Κυριακή 20 Απριλίου 2008

Εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" : Οι βρύσες τρέχουν θάλασσα



Αντιγράφουμε από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ" ένα άρθρο του Κου Λιαλιου αναφερόμενο και στο πρόβλημα του νερού στην Χίο.


------------------------------------------------------------------------------------------------
Χωρίς πόσιμο νερό πολλές παράκτιες περιοχές λόγω της καταστροφής του υδροφόρου ορίζοντα από χιλιάδες ανεξέλεγκτες γεωτρήσεις

Του Γιωργου Λιαλιου
«Πέρυσι το καλοκαίρι, για ημέρες οι βρύσες έτρεχαν θάλασσα. Σαν να μην έφθανε που δεν είχαμε νερό το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας. Μετά η κατάσταση βελτιώθηκε κάπως, αλλά έκτοτε πίνουμε όλοι μόνο εμφιαλωμένο». Η κ. Αννα Καραγιάννη είναι μία από τους περίπου 15.000 κατοίκους του Ναυπλίου που έζησαν πέρυσι οξύ πρόβλημα έλλειψης νερού. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την υπεράντληση των πηγών, που οδήγησε στη διείσδυση της θάλασσας στον υπόγειο υδροφορέα.
Οπως λέει στην «Κ» η κ. Καραγιάννη, το πρόβλημα δεν αφορά μόνο το Ναύπλιο, αλλά σχεδόν όλη την ευρύτερη περιοχή. «Σε παραλιακά χωριά στην Αργολίδα και στην Κορινθία δεν μπορούν ούτε να σφουγγαρίσουν, γιατί τα πατώματα γίνονται άσπρα, όχι από καθαριότητα, αλλά... από το αλάτι!» Κι αν στην πόλη του Ναυπλίου η υφαλμύρινση του νερού ήταν κάτι παροδικό, σε άλλες περιοχές της χώρας οι υπόγειοι υδροφορείς έχουν πλέον από χρόνια μόνο θάλασσα. Με τη ζήτηση στις παράκτιες περιοχές να αυξάνει συνεχώς και τις τουλάχιστον 200.000 νόμιμες γεωτρήσεις σε όλη τη χώρα να αντλούν ανεξέλεγκτα, οι βροχοπτώσεις του φετινού υδρολογικού έτους δεν μπορούν παρά να αμβλύνουν ελάχιστα το πρόβλημα. Οι επιστήμονες θεωρούν την κατάσταση αναστρέψιμη, αρκεί να ληφθούν δραστικά μέτρα. Σε αντίθετη περίπτωση, σημειώνουν, οι περιοχές με σοβαρό πρόβλημα στην ποιότητα των υπογείων νερών θα αυξηθούν.
Το πρόβλημα αφορά κάθε παράκτια περιοχή με σημαντική τουριστική ανάπτυξη ή εντατική γεωργική εκμετάλλευση: από τη νότια Κρήτη έως τα παράλια της Ροδόπης. «Οι περιοχές εκείνες που αντιμετωπίζουν το εντονότερο πρόβλημα είναι εκείνες που έχουν μεγάλες αρδευτικές γεωτρήσεις, ή αντλούν νερό από το εσωτερικό της γης για να καλύψουν τις υδρευτικές ανάγκες της περιόδου αιχμής», εξηγεί στην «Κ» ο κ. Παναγιώτης Σαμπατακάκης, υδρογεωλόγος, πρόεδρος του Συλλόγου Επιστημόνων στο Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Μελετών (ΙΓΜΕ).

Πού υπάρχει το μεγαλύτερο πρόβλημα

Ποιες είναι οι περιοχές που αντιμετωπίζουν σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα στη χώρα;

Καμποχώρα Χίου

Ιδιαίτερα οξύ είναι το πρόβλημα της υφαλμύρινσης των υπόγειων υδάτων στον Κάμπο και την Καμποχώρα της Χίου, μερικά μόλις χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του νησιού. Η θάλασσα έχει διεισδύσει μέσα στον υδροφόρο ορίζοντα σε βάθος 4 χιλιομέτρων ή και περισσότερο. «Το νερό όχι μόνο δεν είναι πόσιμο, αλλά δεν χρησιμοποιείται ούτε για μαγείρεμα, ενώ καταστρέφει φίλτρα, βρύσες και πλυντήρια», εξηγεί ο κ. Καρατζάς, ο οποίος, μάλιστα, κατάγεται από τη συγκεκριμένη περιοχή. «Οι ντόπιοι συχνά πηγαίνουν στο βουνό και φέρνουν νερό από τις πηγές με μπουκάλια και δοχεία. Δυστυχώς έχουμε επιστρέψει... στο 1940». Επιπρόσθετο ποιοτικό πρόβλημα δημιουργεί η ανίχνευση στο νερό ίχνους υδραργύρου, το οποίο όμως εκτιμάται ότι οφείλεται σε φυσικά αίτια.

Αργολικό πεδίο.
Στη χειρότερη κατάσταση σε ολόκληρη τη χώρα βρίσκεται η περιοχή αυτή, στην οποία η θάλασσα έχει διεισδύσει σε βάθος 6 - 7 χλμ! Πέρυσι το Ναύπλιο δεν είχε νερό για το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας και όσες είχε... οι βρύσες «έτρεχαν» θάλασσα. «Το αργολικό πεδίο είναι παράδειγμα κακοδιαχείρισης των υπόγειων υδάτων ήδη από τη δεκαετία του 1970», λέει ο υδρογεωλόγος Π. Σαμπατακάκης. «Κι αυτό γιατί πίσω από τις πηγές των Μύλων που υδρεύουν το Ναύπλιο και το Αργος υπάρχουν ιδιωτικές γεωτρήσεις που λειτουργούν νομότυπα, χωρίς όμως επιστημονικά κριτήρια! Το λιγοστό νερό που είχε απομείνει το αντλούσαν ανεξέλεγκτα και πότιζαν, όταν οι 80.000 πολίτες των αστικών κέντρων της περιοχής χρησιμοποιούσαν υφάλμυρο νερό στο δίκτυο ύδρευσης, κάτι που απαγορεύεται από τη νομοθεσία. Το πρόβλημα του αργολικού πεδίου δεν λύνεται με ευχολόγια, θα έπρεπε να μπει άμεσο φρένο στις γεωτρήσεις».
Βόρεια Κορινθία.
Αντιμετωπίζει σημαντικό πρόβλημα καθώς η θάλασσα έχει διεισδύσει από 1 - 4 χλμ. στους υπόγειους υδροφορείς, ανάλογα με τα πετρώματα της κάθε περιοχής. Το πρόβλημα είναι έντονο σε μια ευρεία παραλιακή ζώνη, από το Σοφικό έως το Αίγιο, ενώ πολλές περιοχές έχουν πάψει από χρόνια να χρησιμοποιούν το νερό του δικτύου όχι μόνο για πόση αλλά και για μαγείρεμα.
Δυτική Μεσσηνία.
Η θάλασσα έχει διεισδύσει 1 - 2 χιλιόμετρα στα παράκτια υπόγεια αποθέματα της περιοχής. «Το ιδιαίτερο στην περίπτωση αυτή δεν είναι το πόσο βαθιά έχει διεισδύσει η θάλασσα, αλλά πόσο επιμήκης είναι η ζώνη όπου παρουσιάζεται το πρόβλημα, η οποία ξεκινάει πλέον λίγο μετά τον Πύργο», λέει ο κ. Σαμπατακάκης.
Αιγαίο.
Μόνο υφάλμυρους υπόγειους υδροφορείς έχουν πλέον αρκετά νησιά, λόγω μικρής έκτασης της ενδοχώρας, λιγοστών βροχοπτώσεων και μεγάλης τουριστικής και οικιστικής ανάπτυξης. «Σαντορίνη, Νάξος, Σύρος, Σίφνος, Αμοργός είναι μερικά από τα νησιά με οξύ πρόβλημα».
Κρήτη.
Διαστάσεις λαμβάνει την τελευταία δεκαετία η υφαλμύρινση των παράκτιων υδροφορέων στη Μεγαλόνησο. Εντονότερο είναι το πρόβλημα στο βορρά και ιδίως στις περιοχές Χερσονήσου, Κάβου Μεσσαράς, Ηρακλείου, Σητείας και Φαλάσαρνας. Στη Χερσόνησο η θάλασσα έχει σε ορισμένα σημεία διεισδύσει 2 - 3 χλμ. στην ξηρά.
Ανατολική Αττική.
Επιδεινούμενο είναι το πρόβλημα στην περιοχή στην οποία το νερό δεν χρησιμοποιείται για ύδρευση. Η θάλασσα έχει διεισδύσει περίπου 1 - 2 χιλιόμετρα σε όλη την ανατολική ζώνη, φθάνοντας ανά σημεία τα 4 ή 5 χλμ. «Φυσιολογικά, η μείωση της γεωργίας στην Αττική θα έπρεπε να βοηθήσει στη σταδιακή αναπλήρωση των υπόγειων υδροφορέων», εξηγεί ο κ. Σαμπατακάκης. «Ομως με τη μεγάλη αστική επέκταση προς τα Μεσόγεια περιορίζεται σημαντικά η ποσότητα του νερού που διεισδύει στο εσωτερικό της γης, άρα και η τροφοδοσία των υπόγειων υδροφορέων».
Χαλκιδική.
Αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υφαλμύρινσης των υπόγειων υδάτων της καθώς η θάλασσα έχει διεισδύσει σε βάθος τουλάχιστον ενός χλμ. σε όλη την παράκτια ζώνη, λόγω της μεγάλης οικιστικής και τουριστικής ανάπτυξης.
Τα προβλήματα αυτά, βέβαια, δεν είναι σημερινά. «Αρχισαν να γίνονται αισθητά ήδη από τη δεκαετία του '70, όταν η μείωση των βροχοπτώσεων οδήγησε σε μια απότομη αύξηση των γεωτρήσεων, τόσο για άρδευση, όσο και για ύδρευση», εξηγεί στην «Κ» ο κ. Γιώργος Καρατζάς, καθηγητής στο τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πολυτεχνείου Κρήτης. «Αποτέλεσμα είναι το νερό να μην μπορεί αρχικά να χρησιμοποιηθεί για ύδρευση και αργότερα, όσο αυξάνεται η αλατότητα, ούτε για άρδευση καθώς υποβαθμίζει τα εδάφη. Η ζημιά αυτή μπορεί να αποκατασταθεί, αλλά θα χρειαστούν τουλάχιστον 50 χρόνια». Τι θα μπορούσε λοιπόν να γίνει για να προστατευθούν και να ανακάμψουν οι υπόγειοι υδροφορείς στις παράκτιες περιοχές; «Πρώτο και κύριο, πρέπει να ελεγχθούν οι αντλήσεις νερού!», λέει ο κ. Σαμπατακάκης. «Δεν μπορεί ο κάθε ιδιοκτήτης γεώτρησης ή ο κάθε δήμος να αυτοπροσδιορίζει τις ανάγκες του σε νερό! Είμαστε η μόνη δυτικοευρωπαϊκή χώρα που δεν γνωρίζουμε τι αντλούμε από τα υπόγεια νερά, τα οποία καλύπτουν το 67% των αναγκών μας! Σημασία δεν έχει πόσες γεωτρήσεις έχουμε, αλλά τι ποσότητες αντλούν. Φυσικά, όλα αυτά έχουν σχέση και με τις πρακτικές μας στη διαχείριση νερού».
Εκτός από τον περιορισμό των αντλήσεων, ώστε να γεμίσει και πάλι με φυσικό τρόπο ο υπόγειος υδροφόρος ορίζοντας, τα τελευταία χρόνια αναπτύσσονται πολλές μέθοδοι σχετικά με τον τεχνητό εμπλουτισμό των υπόγειων υδροφορέων. «Το τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος εφάρμοσε πιλοτικά μια τέτοια μέθοδο με εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφορέα με νερό που προκύπτει μετά από τριτοβάθμια επεξεργασία από τον βιολογικό καθαρισμό του Ηρακλείου», λέει ο κ. Καρατζάς. «Το νερό αυτό, στο οποίο το οργανικό φορτίο είχε απομακρυνθεί κατά 99% επαναδιοχετεύθηκε στον υπόγειο υδροφορέα μέσα από δύο γεωτρήσεις. Η ποσότητα που διοχετεύουμε είναι μικρή, περίπου 200 m3/ημέρα. Ωστόσο, οι πρώτες μετρήσεις μας έδειξαν ότι η στάθμη του υδροφορέα ανέβηκε». Ανάλογες μέθοδοι δεν τυχαίνουν της αποδοχής όλης της επιστημονικής κοινότητας. «Το νερό που προκύπτει από τριτοβάθμιο βιολογικό καθαρισμό δεν θεωρείται ακόμα κατάλληλο ποιοτικά», λέει ο κ. Σαμπατακάκης.

Χερσόνησος Κρήτης

Η περιοχή της Χερσονήσου, περίπου 20-30 χιλιόμετρα ανατολικά της πόλης του Ηρακλείου, αντιμετωπίζει την τελευταία δεκαετία οξύ πρόβλημα με την υποβάθμιση των παράκτιων υδροφορέων της από τη διείσδυση της θάλασσας. «Η θάλασσα έχει διεισδύσει για περισσότερα από 2 χιλιόμετρα στο εσωτερικό, με αποτέλεσμα όλες οι γεωτρήσεις -οι νόμιμες είναι περί τις 20- να δίνουν υφάλμυρο νερό», εξηγεί ο καθηγητής Πολυτεχνείου κ. Γ. Καρατζάς. «Στην περιοχή υπάρχουν μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, ενώ εξακολουθεί η καλλιέργεια μεγάλων εκτάσεων. Το πρόβλημα είναι τέτοιο που ο τοπικός δήμος προσανατολίζεται στη δημιουργία μονάδας αφαλάτωσης για να καλύψει μέρος των αναγκών, ιδίως για την τουριστική περίοδο, η οποία όμως στην Κρήτη είναι διευρυμένη χρονικά».

Πώς γίνεται η υφαλμύρινση του υδροφόρου ορίζοντα

Στον παράκτιο υδροφόρο ορίζοντα, το νερό της θάλασσας έρχεται σε επαφή με το «γλυκό» νερό. Επειδή, όμως, το θαλάσσιο νερό είναι βαρύτερο, τείνει να βρίσκεται κάτω από το στρώμα του φρέσκου νερού. Οσο αντλείται όμως το «γλυκό» νερό από γεωτρήσεις στην παράκτια περιοχή, τόσο μειώνεται το ύψος του υπόγειου νερού, με αποτέλεσμα να μειώνεται η αντίσταση στη διείσδυση της θάλασσας. Επιπλέον, η μεγάλη άντληση νερού από ένα σημείο μπορεί να δημιουργήσει έναν «κώνο» θαλάσσιου νερού κάτω από τη γεώτρηση και τελικά να οδηγήσει στην άντληση αλμυρού νερού. Με τη μεγαλύτερη διείσδυση του θαλασσινού νερού αλλοιώνεται σταδιακά και η ποιότητα του γλυκού, το οποίο μετατρέπεται σταδιακά σε υφάλμυρο και τελικά σε αλμυρό.

1 comments:

Ανώνυμος είπε...

Εδώ μια μελέτη του όλου:
http://www2.edu.fi/magazinefactory/magazines/activestudents/index.php?str=40&artID=29


Ρύπανση του νερού

22.04.2008 Time 16:25, Marina Koutsou

Πηγές και επιπτώσεις της ρύπανσης των νερών. Από τη Χριστοφόρου Στέλλα και Θεοδώρου Άντρια

Τι είναι ρύπανση του νερού;

Ρύπανση του νερού είναι κάθε ουσία που εμποδίζει την κανονική χρήση του νερού. Η ρύπανση μπορεί να είναι χημική με την εισαγωγή επικίνδυνων τοξικών ουσιών, ενεργειακή, βιολογική κτλ. Η ρύπανση χωρίζεται σε δυο κατηγορίες: την άμεση ρύπανση δηλαδή αυτή που μπορούμε να τη δούμε όπως τα τοξικά απόβλητα που σκοτώνουν αμέσως τα ψάρια και την έμμεση ρύπανση, δηλαδή που δεν είναι ορατή και σιγά σιγά προκαλούνται αλλαγές στα είδη που βρίσκονται στο νερό.

πηγή: http://ec.europa.eu/environment/youth/index_el.html

Πηγές ρύπανσης νερού:

Οι σπουδαιότερες πηγές ρύπανσης, οι οποίες επιβαρύνουν κατ΄ αρχήν τα επιφανειακά νερά και στη συνέχεια τους υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες, μπορεί να ταξινομηθούν στις εξής κατηγορίες:

• Αστικά λύματα, τα οποία είναι τα ακάθαρτα νερά πόλεων και οικισμών που προέρχονται από τις κατοικίες και διάφορες άλλες δραστηριότητες και μεταφέρονται μέσω των υπονόμων και του δικτύου διοχέτευσης σε χώρους που είναι επιφανειακοί ή υπόγειοι.

• Βιομηχανικά υγρά απόβλητα, που μπορεί να είναι παρόμοια με τα αστικά λύματα ή να περιέχουν και επικίνδυνα ή και τοξικά στοιχεία.

• Αέριοι ρύποι , οι οποίοι προσκολλώνται σε αιωρούμενα σωματίδια και μεταφέρονται σε μεγάλες αποστάσεις και καταλήγουν στην ατμόσφαιρα, στο έδαφος και στο νερό.

• Ρύπανση από πετρελαιοειδή.

• Γεωργικά υγρά απόβλητα, δηλαδή, τα νερά απορροής εντατικά καλλιεργούμενων εκτάσεων που μπορεί να περιέχουν λιπάσματα ή και φυτοφάρμακα.

• Κτηνοτροφικά υγρά απόβλητα, τα υγρά απόβλητα που προέρχονται από μεγάλες ή μικρότερες μονάδες εκτροφής ζώων.

• Διείσδυση θαλασσινού νερού λόγω υπεράντλησης των υπόγειων νερών ή λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας εξαιτίας της αλλαγής του παγκόσμιου κλίματος

• Όξινη βροχή εξαιτίας της ατμοσφαιρικής ρύπανσης ή κατακρήμνισης των αέριων ρύπων με τη βροχή, το χιόνι, τον άνεμο ή λόγω βαρύτητας.



θαλάσσια ρύπανση νεκρά ψάρια

από πετρέλαιο λόγω ρύπανσης

Επιπτώσεις της ρύπανσης

Μείωση του οξυγόνου που είναι διαλυμένο στο νερό



Σε αντίθεση με την ατμόσφαιρα, όπου η συγκέντρωση του οξυγόνου είναι σχεδόν πάντα σταθερή και ανεξάρτητη από τη ρύπανση, τα νερά απειλούνται συχνά με πλήρη ή μερική αποξυγόνωση (αναερόβιες συνθήκες). Όσο αυξάνεται η ρύπανση των νερών, κυρίως, με οργανικές ύλες, και ανεβαίνει η θερμοκρασία τους, τόσο μειώνεται το διαλυμένο οξυγόνο, γιατί καταναλώνεται λόγω της αερόβιας αναπνοής των μικροοργανισμών που κάνουν αποσύνθεση. Όταν, λοιπόν, ρυπαίνονται τα επιφανειακά νερά με απόβλητα που περιέχουν ουσίες, που αποσυντίθενται από μικροοργανισμούς (οργανικές ύλες), εκτός των άλλων "αφαιρείται" από τα νερά και το οξυγόνο, που είναι απαραίτητο για την επιβίωση των φυτικών και ζωικών υδρόβιων οργανισμών. Οι συνέπειες μπορεί να είναι καταστροφικές για τους περισσότερους υδρόβιους οργανισμούς, αφού κινδυνεύουν από ασφυξία. Έτσι, η ρύπανση με αστικά λύματα ή άλλα απόβλητα, που περιέχουν οργανικό φορτίο, μπορεί να απειλήσει με καταστροφή ένα ολόκληρο υδατικό οικοσύστημα.





Ευτροφισμός των νερών



Ανάλογα αποτελέσματα για τα επιφανειακά νερά έχει και η ρύπανση με ανόργανα άλατα που περιέχουν άζωτο και φωσφόρο, που περιέχονται συνήθως σε λιπάσματα, απόβλητα κτηνοτροφικών και πτηνοτροφικών μονάδων, απορρυπαντικά και σε ορισμένα βιομηχανικά απόβλητα. Το σημαντικότερο πρόβλημα, που δημιουργεί το άζωτο και ο φώσφορος είναι ο ευτροφισμός, δηλαδή η υπερβολική ανάπτυξη αλγών (φυτοπλαγκτόν) στα επιφανειακά νερά από την υπερβολική τροφοδοσία των νερών με θρεπτικά συστατικά. Το φαινόμενο αυτό αποτελεί σοβαρή διαταραχή του υδατικού οικοσυστήματος με διάφορες δυσμενείς συνέπειες, μεταξύ των οποίων είναι η υπερβολική ανάπτυξη ορισμένων ειδών σε βάρος όλων των άλλων, η μείωση ή και εξαφάνιση της ποικιλίας ειδών με θανάτωση ή μετανάστευσή τους, καθώς και η πλήρης ή μερική αποξυγόνωση των νερών.



υπερβολική ανάπτυξη του φυτοπλαγκτόν λόγω ευτροφισμού

πηγή: www.ceh.ac.uk

Ρύπανση υπόγειων νερών

Τα υπόγεια νερά είναι, επίσης, πολύ ευαίσθητα στη ρύπανση και έχουν περιορισμένη ικανότητα αυτοκαθαρισμού. Η κατάληξη αστικών λυμάτων, ξεπλυμάτων εδάφους από εντατική χρήση χημικών λιπασμάτων, αλλά και κτηνοτροφικών αποβλήτων στον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα έχει ως κύριο αποτέλεσμα την αύξηση της συγκέντρωσης των νιτρικών αλάτων. Εξαιτίας αυτής της ρύπανσης, τα υπόγεια νερά γίνονται επικίνδυνα για τον άνθρωπο και τους ζωικούς οργανισμούς. Τα νιτρικά, ενώσεις του αζώτου, είναι επικίνδυνα για τον άνθρωπο αν ξεπεράσουν τα 50 mg/l στο πόσιμο νερό και στα 500 mg/l γίνονται επικίνδυνα και για τα ζώα.Η ρύπανση του εδάφους με τοξικές ουσίες ή βιομηχανικά απόβλητα μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων ή άλλων τοξικών ουσιών στα υπόγεια νερά. Είναι εξαιρετικά δύσκολο και δαπανηρό να καθαρίσουμε τα υπόγεια νερά από επικίνδυνες και τοξικές ουσίες.

Μόλυνση νερών



Μια άλλη μορφή επιβάρυνσης των επιφανειακών και των υπόγειων νερών είναι η μόλυνσή τους, δηλαδή η παρουσία παθογόνων μικροοργανισμών στα νερά. Αυτή οφείλεται κατά κανόνα σε αστικά ή κτηνοτροφικά λύματα. Η ανίχνευση των παθογόνων μικροοργανισμών στο νερό μπορεί να γίνει και έμμεσα, μέσω της μέτρησης, για παράδειγμα, των κολοβακτηριδίων.

Υφαλμύρυνση υπόγειων νερών

Η εντατική άντληση των υπόγειων νερών με ρυθμό, που δεν επιτρέπει την ανανέωση τους, προκαλεί την εισβολή αλμυρού νερού από τη θάλασσα στους υδροφορείς. ΄Οταν η στάθμη του υπόγειου νερού υποχωρήσει κάτω από την στάθμη του θαλάσσιου νερού με το οποίο συνδέεται, τότε αντί να έχουμε ροή από τον υπόγειο υδροφορέα στη θάλασσα, έχουμε αντιστροφή του φαινομένου και νερό από την θάλασσα εισέρχεται στο υπόγειο νερό. Αλμυρό νερό αναμένεται να εισβάλλει σε μεγαλύτερη έκταση σε παράκτιες περιοχής, εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας (έως και εβδομήντα εκατοστά μέσα στις επόμενες δεκαετίες) λόγω της κλιματικής αλλαγής ή της μείωσης των βροχοπτώσεων.


Ρύπανση πόσιμου νερού

Το πόσιμο νερό είναι και θα έπρεπε να είναι το καλύτερα ελεγχόμενο μέσο διατροφής. Η νομοθεσία προσδιορίζει τις συγκεντρώσεις διαφόρων ουσιών, που επιτρέπεται να υπάρχουν μέσα στο πόσιμο νερό, ώστε να ανταποκρίνεται στις υψηλές ποιοτικές προδιαγραφές, που απαιτούνται σε σχέση με αυτό το σημαντικό για τη ζωή μας αγαθό. Η τεχνολογία που διατίθεται σε αρκετές χώρες είναι σε θέση να ανιχνεύει στο νερό ιχνοστοιχεία, που βρίσκονται σε συγκεντρώσεις του δισεκατομμυριοστού του γραμμαρίου ανά λίτρο. Αν και τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες, περίπου 1200 χημικά είδη, που περιέχουν 230 δραστικές ουσίες κυκλοφορούν στο εμπόριο και χρησιμοποιούνται στις καλλιέργειες ως φυτοφάρμακα, λιπάσματα ή ζιζανιοκτόνα. Πολλά από τα φυτοφάρμακα είναι ιδιαίτερα ανθεκτικά στο χρόνο και γι’ αυτό εξαιρετικά επικίνδυνα, όταν καταλήγουν στο νερό. Το όριο που έχει υιοθετηθεί για την περιεκτικότητα σε φυτοφάρμακα είναι 0,5 μικρογραμμάρια (εκατομμυριοστό του γραμμαρίου) ανά λίτρο συνολικά, και ειδικά για ορισμένα οργανο-χημικά (τα ίδια ή τα προϊόντα αποικοδόμησής τους είναι ιδιαίτερα τοξικά) το όριο είναι το 0,1 μικρογραμμάριο ανά λίτρο.





Όξινη βροχή

Το φαινόμενο της όξινης βροχής παρουσιάζεται όταν το νερό της βροχής έχει πολύ αυξημένες όξινες ιδιότητες, δηλαδή pH= 5 ή και μικρότερο, λόγω οξέων τα οποία βρίσκονται στην ατμόσφαιρα. Πως δημιουργείται ;

Τα οξείδια του θείου και του αζώτου, τα οποία εκλύονται στην ατμόσφαιρα από κάποια χημικά σκευάσματα, οξειδώνονται σε τριοξείδια, τα οποία στην συνέχεια με την παρουσία της υγρασίας της ατμόσφαιρας μετατρέπονται σε θεϊκό και νιτρικό οξύ. Τα οξέα αυτά είναι δυνατόν να μεταφερθούν από τους ανέμους σε μεγάλες αποστάσεις και να πέσουν στη Γη υπό τη μορφή όξινης βροχής. Το φαινόμενο αυτό έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις στην Κεντρική Ευρώπη και στις Σκανδιναβικές χώρες, στις οποίες ολόκληρες λίμνες έχουν νεκρωθεί από την όξινη βροχή. Η δράση της όξινης βροχής στα φυτά και τα δένδρα μπορεί να είναι άμεση, επιδρώντας δηλαδή στο υπέργειο τμήμα του φυτού και προκαλώντας την καταστροφή του, είναι όμως δυνατόν να επιδρά και έμμεσα περνώντας στο ριζικό σύστημα του φυτού μέσω του εδάφους.



σχηματισμός της όξινης βροχής

πηγή: www.epa.gov